Leaning in, by Rachel Hadas

Translated to Greek by George Chaldezos

 
Students all too commonly misconstrue the
poem in which Sappho calls that man equal
to a god who, opposite you, leans in and
     whispers, etcetera,
 
tending to assume it’s about two people:
speaker/loved one? Beloved and man near her,
bending close to her, whom the poet hears as,
     heads close together,
 
they laugh softly? Wait: that makes three. Sweat’s pouring
down some body: his? hers? whose? At which point I
throw my hands up, figurative or literal,
      and the chalk shatters.
 
I’d been going to diagram the poem:
speaker; loved one; man sitting near the loved one –
the luck of him!  The nerve of him!  Almost equal,
     if one dare say this
 
(phrase Catullus added in his rendition:
si fas est): he almost surpasses gods who
sits across from you, who drinks in, etcetera.
     So: a triangle
 
that I could have sketched on a blackboard.  Never
mind.  Hands, bodies seeking each other?  Cell phones,
Blackberries, incessant barrage of messages…
     And that beloved:
 
Now my glossary has been infiltrated
by the use of “loved one” in life’s new context
to denote the man who has  oh-so-slowly
     turned to a problem
 
soluble finally  by what some call “placement”
(one Canadian doctor said “disposition”).
Love?  Let lyrics rich with their clustering pronouns
     do the embracing.
 
But there is no doubt that I’m now familiar
with the template.  Three in a room: first, doctor;
husband, next; and finally me, caregiver
     leaning in, listening.


ΓΕΡΝΩΝΤΑΣ

 
Οι μαθητές συχνά θα παρερμηνεύσουν το
ποίημα όπου η Σαπφώ αποκαλεί τον άντρα
ίσο με θεό που, απέναντί σου, γέρνει κι ακούει
     ψίθυρους κι άλλα
 
τέτοια, και δήθεν δυο άτομα υποθέτουν:
έναν που μιλά και μια αγαπημένη;
γέρνει δίπλα της, κι αυτόν η Σαπφώ ακούει, ε-
      νώ δυο κεφάλια,
 
σιγανά γελούν; Μια στιγμή: είναι τρείς τους.
Kάποιος ιδρώνει: εκείνος; εκείνη; ποιος; Εδώ,
μεταφορικά ή κυριολεκτικά, σηκώνω τα χέρια και
σπάζει η κιμωλία.
 
Σκόπευα το ποίημα να σχεδιάσω:
ένας που μιλά· ένας αγαπημένος·
κι ένας άντρας που κάθεται κοντά του
     Τύχη ή θράσος;
 
Φράση επιπρόσθετη του Κατούλλου:
si fas est: σχεδόν ξεπερνά τους θεούς
όσο κάθεται απέναντί σου, κι όσα άλλα.
     Τρίγωνο τέτοιο
 
θα μπορούσα να σχεδιάσω. Δεν πειράζει.
Χέρια, σώματα που ζητούν τον άλλο;
Κινητά, μηνύματα αδιαλλείπτως…
      κι ο αγαπημένος:
 
Τώρα στο γλωσσάρι μου διεισδύει
η λέξη «αγαπημένος» της νέας ζωής μου
να δηλώσει τον άντρα που έχει τόσο αβίαστα
     πρόβλημα γίνει
 
ώσπου μια «τοποθέτηση» να το λύσει
(ένας Καναδός γιατρός τό᾽πε «απὀθεση»).
Κι η αγάπη; Άσε στίχους πλούσιους σ᾽ αντωνυμίες
      να σ᾽ αγκαλιάσουν.
 
Πλέον δεν υπάρχει αμφιβολία για μένα
με το πρότυπο. Τρεις σε ένα δωμάτιο:
πρώτα, ο γιατρός· σύζυγος μετά, και εγώ στο τέλος,
      γέρνω κι ακούω.
Image by Natasha Bershadsky